Παρατηρητήριο για τα Δικαιώματα στο χώρο της Ψυχικής Υγείας

Αντλώντας χρήματα από άδεια ταμεία:

Αυτοβοήθεια και κοινωνική αλληλεγγύη ως απάντηση αποκατάστασης στον ψυχικό πόνο

Αντλώντας χρήματα από άδεια ταμεία: αυτοβοήθεια και κοινωνική αλληλεγγύη ως απάντηση αποκατάστασης στον ψυχικό πόνο.

Ομιλία της Anna Emmanouilidou (Cork, Ireland, 2011)

Όλοι όσοι βιώσαμε τη δεκαετία του ’80 την έναρξη και την επέκταση της λεγόμενης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα, θυμόμαστε ίσως την αμηχανία και την αμφιθυμία με την οποία μιλούσαμε για αυτήν εκείνη την εποχή. Ήταν μια μεγάλη οικονομική ευκαιρία, αλλά σε μια χώρα που ήταν κοινωνικά εντελώς απροετοίμαστη να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία και να τη μετατρέψει σε μια βιώσιμη ψυχοκοινωνική πρακτική. Ακόμη και οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας δεν μπορούσαν να καταλάβουν ακριβώς τι έπρεπε να κάνουν.

Η κοινωνία εγκλωβίστηκε στις παραδοσιακές ιδέες σχετικά με την επικινδυνότητα των λεγόμενων ψυχικά ασθενών, τη βιολογική βάση και το ανίατο της ψυχικής «ασθένειας». Από τη μία πλευρά, οι επαγγελματίες προσπάθησαν υπό πίεση να οργανώσουν κάποιες νέες ψυχοκοινωνικές δομές μιμούμενοι όσα είχαν δει στα ταξίδια τους στην Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, η κοινωνία αρνήθηκε να δεχτεί τις υπηρεσίες οικιακής αποκατάστασης για τα χρόνια “ψυχικά άρρωστα” άτομα και τα άτομα της κοινότητας. Ακόμη και οι χρόνια νοσηλευόμενοι ψυχιατρικοί ασθενείς αρνήθηκαν να αποκατασταθούν με αυτόν τον γρήγορο και άγνωστο ρυθμό, που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε πολλές περιπτώσεις αναγκάστηκαν να μετακομίσουν σε κέντρα αποκατάστασης πριν να είναι έτοιμοι να το κάνουν. Κάποιοι από αυτούς πέθαναν λίγες μέρες μετά τη μεταφορά τους στις νέες μονάδες. Μια τραγική και “γκρεκίστικη” κατάσταση στο όνομα μιας ανθρωπιστικής προόδου.

Η μεταρρύθμιση που δεν προχώρησε

Λέγαμε τότε, ότι η μεταρρύθμιση δεν προχωρά και συναντά πολλά εμπόδια στην κοινωνία, γιατί – αντί να βγει ως πραγματικό κοινωνικό αίτημα – επιβλήθηκε από πάνω ως ευρωπαϊκή οδηγία που έπρεπε να ακολουθηθεί υπάκουα. Η ευρωπαϊκή κοινότητα διαπίστωσε ότι ο τόπος μας ήταν ανάδρομος και απείλησε με εξωτερικές επεμβάσεις, αν δεν συνέβαινε κάτι στο εσωτερικό. Αργότερα, η Ευρώπη απείλησε με απόσυρση των χρημάτων, εάν τα κεφάλαια δεν απορροφούνταν αρκετά γρήγορα. Η Ευρώπη απείλησε γενικά, αλλά παρέμενε φυσικά πάντα πολιτικά ορθή, γιατί τα αιτήματά της ήταν ωστόσο σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις σύγχρονες τάσεις της προοδευτικής ψυχιατρικής εκείνης της εποχής. Τα μόνα που δεν ελήφθησαν υπόψη ήταν ο ρυθμός προόδου και οι ανάγκες της ίδιας της κοινωνίας.

Έτσι, σε ένα ιστορικά πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ο ελληνικός τομέας ψυχικής υγείας άλλαξε δραματικά. Δημιουργήθηκαν πολλές νέες ψυχοκοινωνικές δομές: κατοικίες για χρόνιους ψυχιατρικούς ασθενείς, κέντρα ημέρας, εξωτερικά ιατρεία ψυχικής υγείας, ψυχιατρικές μονάδες σε γενικά νοσοκομεία, κέντρα αποκατάστασης, κέντρα ψυχικής υγείας κ.λπ. Τα ψυχιατρεία έκλεισαν ή συρρικνώθηκαν. Έγιναν πολλές αλλαγές. Όλες αυτές οι αλλαγές ήταν πολύ ευπρόσδεκτες. Και έγιναν πολύ γρήγορα, περιτριγυρισμένα από άγχος και ανασφάλεια. χωρίς μια σταθερή κοινωνική βάση από κάτω.

Ανήκω στη γενιά αυτής της μεταρρύθμισης, στους νέους επαγγελματίες που ανακάλυψαν εκείνη την εποχή, την επαγγελματική τους ταυτότητα και ένα είδος κοινωνικού οράματος και φιλοδοξίας στις ιδέες της αποϊδρυματοποίησης και της κοινωνικής ένταξης των ψυχικών ασθενών – θυμάτων του κοινωνικού ρατσισμού. Πρόκειται για μια γενιά, που πέρασε χωρίς να το καταλάβει από έναν σκληρό και καταπιεστικό θεσμικό τρόπο σκέψης, σε έναν ανθρωπιστικό και καταπιεστικό (προνομιακό) τρόπο σκέψης.

Μπροστά σε ένα νέο αδιέξοδο

Λίγα χρόνια αργότερα βρεθήκαμε μπροστά σε ένα νέο αδιέξοδο. Οι επικριτικές φωνές ανάμεσά μας αναγνώρισαν υπό τη λεγόμενη μεταρρύθμιση το παλιό σύστημα μεταμφιεσμένο. Τώρα είχαμε καλύτερα κτίρια, λιγότερους ανθρώπους σε ένα δωμάτιο, καλές προθέσεις και περισσότερο ενδιαφέρον ψυχιατρικό προσωπικό. Παρόλα αυτά, τα θεσμοθετημένα άτομα θεσμοθετήθηκαν περαιτέρω.

Μετά την πρώτη φάση της εκπαίδευσης στις βασικές κοινωνικές δεξιότητες, εξακολουθούσαν –όπως στο νοσοκομείο– να καταπίνουν κιλά νευροληπτικών και άλλων ψυχιατρικών φαρμάκων, έπρεπε να δεχτούν τον απόλυτο έλεγχο της ζωής τους, έπρεπε να παρακολουθούνται και επικρίθηκαν στα δικά τους διαμερίσματα, στη σκέψη τους, στις αποφάσεις τους, στην ανάπτυξή τους. Ήταν ελεγχόμενοι σε κάθε βήμα της ζωής τους και πολύ συχνά υποτιμήθηκαν, γιατί δεν ήταν «προσβάσιμοι» με τον τρόπο που θα ήθελαν οι επαγγελματίες. Οι ιδέες του ανίατου της ψυχικής ασθένειας, της αναγκαιότητας της ψυχιατρικής φαρμακευτικής αγωγής και της αδυναμίας αυτών των ανθρώπων να πάρουν αποφάσεις για τη ζωή τους δεν αμφισβητήθηκαν καθόλου. Εφόσον ήταν υπάκουοι στις προσδοκίες των επαγγελματιών, αποτελούσαν καλό παράδειγμα εύρυθμου συστήματος ψυχικής υγείας και η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση αξιοποιήθηκε κατάλληλα. Αν δεν ήταν έτσι, αποδιοργάνωναν όλο το σύστημα με την πεισματική ανυπακοή τους. Οι επαγγελματίες κάηκαν, η Ευρώπη ήθελε τα χρήματά της πίσω, η κοινωνία αντέδρασε με έναν περίεργα ασυνεπή τρόπο.

«Η αναιρεθείσα μεταρρύθμιση και το Ελληνικό Παρατηρητήριο»,

έτσι ονομάσαμε αυτό το ταραχώδες και αγχωτικό έργο, που επρόκειτο να παραταθεί αλλά κάτι το έκανε τόσο δύσκολο.

Όσο περνούσε ο καιρός, οι επικριτικές φωνές γίνονταν όλο και πιο δυνατές και έλεγαν ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά και οι άνθρωποι συνέχισαν να ζουν σε θεσμοθετημένες συνθήκες με μια ανθρωπιστική μάσκα. Αλλά δεν υπήρχε απάντηση. Όλοι συνέχισαν να πιστεύουν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν apriori ανίκανοι να αντιμετωπίσουν τη ζωή τους μόνοι τους. Ως εκ τούτου, ήταν καταδικασμένοι να «συρθούν» από εκνευρισμένους επαγγελματίες. Το μόνο πράγμα για το οποίο δεν μιλήσαμε ήταν η πραγματική χειραφέτησή τους από το σύστημα ψυχικής υγείας και ο αυτοπροσδιορισμός τους. Είχε κατασκευαστεί ένα πανάκριβο σύστημα με βάση τη θεωρία της τρωτότητας και τη φαρμακοβιομηχανία, που πρόσφερε μια ζωή χωρίς μεγάλες αλλαγές, μια ζωή δυστυχίας για τους χρήστες των υπηρεσιών και αδιέξοδο για τους επαγγελματίες, που είχαν χάσει τη φιλοδοξία και το όραμά τους.

Αυτή την ιστορική στιγμή το Ελληνικό “Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στον τομέα της ψυχικής υγείας” ξεκίνησε τις συνεδριάσεις του το 2003. Προσπαθήσαμε να διατυπώσουμε με συνεπή τρόπο μια κριτική στάση απέναντι στις εναλλακτικές λύσεις. Δεν μας αρκούσε μια απλή άρνηση του συστήματος καθώς και της μεταρρύθμισης. Θέλαμε να μοιραστούμε με την κοινωνία ένα νέο όραμα. Από το 2003 επαγγελματίες ψυχικής υγείας, δικηγόροι, φοιτητές, δημοσιογράφοι, χρήστες και επιζώντες ψυχιατρικής, συγγενείς τους, πολίτες, μοιραζόμαστε στη Θεσσαλονίκη έννοιες που στην αρχή έμοιαζαν ουτοπικές αλλά σήμερα συζητούνται κανονικά σε πολλούς ανθρώπους.

Μιλάμε για μια εναλλακτική κατανόηση της ψύχωσης, για κρίσεις χωρίς ψυχοφάρμακα και χωρίς ψυχιατρική, για ανεξαρτησία από τα ψυχιατρικά φάρμακα, μιλάμε για αυτοβοήθεια, εναλλακτικές στην ψυχιατρική, κινήσεις προς την ψυχιατρική βούληση, για συμμετοχή χρηστών και επιζώντων στα κέντρα λήψης αποφάσεων, μιλάμε για δίκτυα συνεργασίας και αλληλεγγύης, για το ρόλο της φαρμακοβιομηχανίας, για πρακτικές υποστήριξης κατά τη διάρκεια κρίσεων στο εσωτερικό…

Και μετά ήρθε η οικονομική κρίση και η δραματική κατάρρευση του συστήματος.

Οι μάσκες έπεσαν σε μια νύχτα. Οι οικιστικές μονάδες άρχισαν να κλείνουν χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, χωρίς διαπραγματεύσεις, όπως ακριβώς ιδρύθηκαν. Ορισμένοι από τους κατόχους τέτοιων κινήσεων έχουν ήδη επιστρέψει στα ψυχιατρικά νοσοκομεία. κάποιοι άλλοι περιμένουν να συμβεί αυτό. Σε κάποιες περιπτώσεις οι κάτοχοι πληρώνουν μόνοι τους τα ενοίκια τους τα έξοδα των κτιρίων, του σπιτιού τους.

Προγράμματα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά χρηματοδοτούνται αυτή τη στιγμή με 50% λιγότερα χρήματα από πριν. Η ανολοκλήρωτη μεταρρύθμιση αποκαλύπτει τώρα τα απόντα θεμέλιά της. Και η κοινωνία που ήταν αρχικά ενάντια στη μεταρρύθμιση, στέκεται έκπληκτη μπροστά σε ένα εγκληματικό κράτος χωρίς να καταλάβει πώς είναι δυνατές όλες αυτές οι επιθέσεις. Παντού υπάρχουν άστεγοι, κυριολεκτικά και συμβολικά. Οι εγκαταλελειμμένοι κάτοικοι των μονάδων αποκατάστασης, δίπλα σε ανέργους και διαλυμένους πολίτες, που χάνουν τη δουλειά τους για να πληρώσουν τις διεθνείς τράπεζες, καθώς και πολιτικοί αλλά και επιστημονικά άστεγοι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, που αναζητούν ένα νέο όραμα για για να προστατεύσουν την ύπαρξή τους.

Αυτή τη στιγμή στον τομέα της ψυχικής υγείας, αλλά και στην ελληνική κοινωνία συνολικά, ένα σύστημα καταρρέει δραματικά, ένα σύστημα που απορρίψαμε πριν από πολλά χρόνια και ευχηθήκαμε να καταρρεύσει. Πρέπει να θυμόμαστε αυτή τη λεπτομέρεια. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος εμείς ως κοινωνία, λόγω φόβου και οικονομικής ανασφάλειας αυτή τη στιγμή, να αρχίσουμε να απαιτούμε τη διατήρηση δομών που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και που υπερβαίνουν κάθε έννοια βοήθειας και υποστήριξης στην περίθαλψη ψυχικής υγείας. Σκοπεύουμε να αποφύγουμε αυτόν τον κίνδυνο. Η αλήθεια είναι ότι αυτό που καταρρέει τώρα είναι αυτό ακριβώς που θέλαμε να καταστρέψουμε. Το ψυχιατρικό σύστημα καταρρέει και ταυτόχρονα καταρρέει και η οικονομική λογική πίσω από αυτό. Είναι η οικονομική λογική ενός κράτους, που ταΐζει ψυχιατρικά τέρατα με τα χρήματα της φαρμακοβιομηχανίας.

Η απάντηση

Η πολιτική απάντηση στο κλείσιμο των μονάδων ψυχικής υγείας δεν μπορεί να είναι να ζητήσουμε να ανοίξουν ξανά: μονάδες οξείας αγωγής με βιολογικό προσανατολισμό, με στόχο τη συμπτωματική «θεραπεία», με μηχανικούς περιορισμούς, νευροληπτικά, απουσία ψυχοθεραπείας και κάθε άλλης θεραπευτικής προσέγγισης, χωρίς καμία στήριξη στις οικογένειες, καταπιεστικές παρεμβάσεις στους συναισθηματικά ταλαιπωρημένους. Κατοικίες παρόμοιες με μικρά άσυλα χωρίς προοπτική για τη συμμετοχή των ανθρώπων στη ζωή τους, άνθρωποι γεμάτοι χημικά και η απελπισμένη ιδέα μιας αιώνιας ασθένειας – όχι, δεν είναι αυτό που θέλουμε, ακόμα κι αν φέρνει θέσεις εργασίας και οικονομική ασφάλεια για το προσωπικό των μονάδων αυτών.

Χρειαζόμαστε υποστήριξη για την ανάπτυξη νέων συστημάτων, που δίνουν μια αποτελεσματική και όχι εγκληματική απάντηση στον ψυχικό πόνο ή σε τυχόν ασυνήθιστες εμπειρίες. Είναι καλό που το σύστημα καταρρέει. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό που επιστρέφει είναι το παλιό ψυχιατρικό μοντέλο, όπου η ακραία ιατρικοποίηση είναι ο μόνος δρόμος. Πρέπει να επέμβουμε. Αυτή τη φορά χωρίς χρήματα.

Στεκόμαστε μπροστά σε μια βίαιη ψυχιατρική ή στην απουσία ενός κράτους πρόνοιας, χωρίς χρήματα. Όπως πριν από 30 χρόνια. Χρήματα δεν υπάρχουν και οι ψυχοκοινωνικές ανάγκες είναι μεγαλύτερες από την απόγνωση της γενικευμένης ανεργίας, από το σοκ της πολιτικής προδοσίας εκ των έσω, από τον φόβο να μείνουμε μόνοι χωρίς το σύστημα χρηματοδότησης των τελευταίων δεκαετιών. Όπως πριν από 30 χρόνια. Αυτό που είναι διαφορετικό είμαστε εμείς. Είμαστε διαφορετικοί από τους ανθρώπους πριν από 30 χρόνια. Και η κοινωνία επίσης, γιατί έχει μάθει 30 χρόνια να ζει με τους λεγόμενους ψυχικούς ασθενείς στην κοινότητα.

Ξέρουμε τι θέλουμε. Και πρέπει να το ασκήσουμε τώρα, γιατί δεν υπάρχει άλλη προοπτική. Πρέπει να εργαστούμε για δομές που καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες του λαού, χωρίς κρατικό έλεγχο. Χρειαζόμαστε μόνο μια μικρή περιφερειακή οικονομική στήριξη από το κράτος. Δεν θέλουμε περισσότερα. Γιατί αν το κράτος δεν δώσει περισσότερα, δεν μπορεί να ζητήσει περισσότερα, δεν μπορεί να υποχρεώσει τους ανθρώπους να παίρνουν ψυχιατρικά φάρμακα, να εγκαταλείψουν την αξιοπρέπειά τους, να εγκαταλείψουν το δικαίωμα λήψης αποφάσεων για τη ζωή τους.

Σήμερα έχουμε την ευκαιρία να βιώσουμε ένα είδος ελευθερίας από τον ψυχιατρικό έλεγχο και τη βίαιη καταστολή των ανθρώπινων συναισθημάτων και σκέψεων, γιατί λόγω της κρίσης οι άνθρωποι μπορούν να μείνουν εκτός ψυχιατρικού συστήματος. Η κρίση δημιουργεί έναν κενό χώρο και αυτό μπορεί να γεμίσει με νέες πρακτικές. Αυτό απαιτεί να βγούμε από μια κουλτούρα εξάρτησης από εξωτερικά κονδύλια και οδηγίες και να μπούμε σε μια άλλη ελευθερία κουλτούρας δημιουργικότητας, αυτο-υπευθυνότητας και εργασίας για μια κοινωνία που περνά σε εμάς και στο μέλλον των παιδιών μας. Αυτό δεν είναι εύκολο αλλά δίνει προοπτική, ελπίδα και αίσθημα αξιοπρέπειας.

Τι σημαίνει αυτό στον τομέα της ψυχικής υγείας:

Υπάρχουν τρεις διαστάσεις. Υποστήριξης δικτύων στην κοινότητα, οι οποίες είναι

1). Η πρόληψη της κρίσης και της κλιμάκωσής της

2). «Κρατήστε» το άτομο που βρίσκεται σε κρίση μέχρι να αποκλιμακωθεί, χωρίς βία και ψυχιατρικά φάρμακα

3) να προσφέρετε υποστήριξη μετά την κρίση, ώστε το άτομο να μπορεί να ανακτήσει τον έλεγχο της ζωής του.

  • Ένα διευρυμένο δίκτυο ομάδων αυτοβοήθειας σε κάθε πόλη: Η υποστήριξη ομάδων αυτοβοήθειας και πρωτοβουλιών αυτοβοήθειας φαίνεται να είναι η μόνη απάντηση στο άρρωστο κράτος. Ειδικότερα τώρα που δεν μπορεί πλέον να προσφέρει είναι ύπουλη διαβεβαίωση και ζητά επιστροφή στα παλιά ψυχιατρεία ή απειλεί με αστέγους.
  • Ομάδες που θα μπορούν να επέμβουν σε κρίσεις. Αυτές οι κινητές ομάδες παρέμβασης στην κρίση, θα είναι παρούσες κατά τη διάρκεια της κρίσης και θα υποστηρίζουν το σύστημα εντός του οποίου εξελίσσεται η κρίση με εκείνους τους τρόπους που είναι απαραίτητοι για το σύστημα. (π.χ. Ανοιχτός Διάλογος [Seikkula], Μοντέλο Σωτηρία ή Σπίτι Φυγής Βερολίνου). Όποτε είναι δυνατόν, αυτές οι ομάδες θα πρέπει να αποτελούνται από εμπειρογνώμονες με εμπειρία και από επαγγελματίες ψυχικής υγείας με κριτική προοπτική και να παρεμβαίνουν –όταν έρχονται σε επαφή μαζί τους– είτε στο σπίτι του «ασθενούς» (Ανοιχτός διάλογος) είτε κάπου αλλού. όπου το άτομο θα μπορούσε να ηρεμήσει χωρίς την παρουσία της οικογένειάς του (Σπίτια φυγής, σπίτια Σωτηρία κ.λπ.). Όπου οι προαναφερθείσες ομάδες αυτοβοήθειας μπορούν να παρέχουν τέτοια υποστήριξη, έχουν την απαιτούμενη εμπειρία και είναι πρόθυμες να το κάνουν, θα μπορούσαν επίσης να είναι μέρος αυτού του προγράμματος παρέμβασης στην κρίση.
  • Κοινές ομάδες κοινωνικής υποστήριξης σε θέματα φτώχειας, παροχής υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης.

Στη Θεσσαλονίκη

Στη Θεσσαλονίκη πρόσφατα ιδρύθηκαν 2 κοινωνικά ιατρικά κέντρα για να καλύψουν την ανάγκη του αυξανόμενου αριθμού ανασφάλιστων. Ανάλογη πρωτοβουλία λαμβάνει χώρα και στην Αθήνα. Αυτά τα αυτοσυντηρούμενα κέντρα βασίζονται αποκλειστικά σε δωρεές πολιτών, γιατρών και φαρμακοποιών (δηλαδή φάρμακα, ιατρικός εξοπλισμός και αναλώσιμα). Βρίσκονται σε χώρο που παρέχεται από άλλη κοινωνική πρωτοβουλία και λειτουργούν από επαγγελματίες γιατρούς που εργάζονται σε εθελοντική βάση για λίγες ώρες την εβδομάδα μετά από ραντεβού.

Στο πλαίσιο άλλων κοινωνικών πρωτοβουλιών, προσφέρονται δωρεάν μαθήματα σε παιδιά από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος και των δύο προσφύγων. Προσφέρεται υποστήριξη όσον αφορά την εργασία τους στο σπίτι, καθώς και την εκμάθηση ξένων γλωσσών, μουσικής, χορού κ.λπ.).

Στη Θεσσαλονίκη (πόλη 1 εκατομμυρίου κατοίκων) λειτουργούν αυτή τη στιγμή περίπου 9 εργασιακές ή ενοικιαζόμενες θέσεις με αυτά τα χαρακτηριστικά.

Για σχεδόν πέντε χρόνια, ένα σημαντικό κίνημα πολιτών νοικιάζει μεγάλα κτίρια στα οποία ένα ευρύ φάσμα πρωτοβουλιών σχετικά με την ψυχική υγεία έχει βρει ζωτικό χώρο. (Το Παρατηρητήριο, το Δίκτυο φωνών ακρόασης Θεσσαλονίκης, η συνέλευση για άτομα που εργάζονται στον τομέα της ψυχικής υγείας, μια ομάδα υποστήριξης για άτομα που θέλουν να βγουν από τα ψυχιατρικά φάρμακα και άλλες ομάδες αυτοβοήθειας που σχηματίζονται αυτή τη στιγμή).

Άλλες πρωτοβουλίες και ομάδες

Άλλες πρωτοβουλίες και ομάδες επικεντρώνονται σε περιβαλλοντικά θέματα, την άγρια ​​ζωή, τη βιολογική γεωργία, τον πολιτισμό, την ανταλλαγή ρούχων, τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, τη βιβλιοθήκη, ένα καφέ/μπαρ, μια παιδική χαρά κ.λπ.). Το πιο σημαντικό είναι ότι όλα τα παραπάνω είναι πλήρως αυτοσυντηρούμενα και διατηρούνται ενεργά από τα ίδια τα άτομα που συμμετέχουν ενεργά σε αυτές τις πρωτοβουλίες.

Οι χώροι αυτοί, που αυξάνονται σε αριθμό τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Αθήνα, χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από τα εισερχόμενα των καφέ τους, όπου ένας καφές ή ένα ποτό κοστίζει ένα ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μέσο κόστος συντήρησης τέτοιων κτιρίων είναι 5.000 ευρώ. Έτσι, αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο αριθμός των πολιτών που συμμετέχουν ενεργά σε τέτοιες πρωτοβουλίες είναι πράγματι εντυπωσιακός.

Το “Παρατηρητήριο” προσφέρει δωρεάν υποστήριξη σε άτομα που θέλουν να σταματήσουν τα ψυχιατρικά φάρμακα και παρέμβαση κατά τη διάρκεια κρίσεων στα σπίτια των ανθρώπων (μέσω βάρδιων εκ περιτροπής). Επιπλέον, διευκολύνει ή/και οργανώνει δίκτυα υποστήριξης που αποτελούνται από τα προσωπικά συστήματα υποστήριξης του ατόμου. Ταυτόχρονα σχεδιάζει την ίδρυση ενός Σπιτιού Φυγής, ώστε να παρέχει καταφύγιο σε περίπτωση που το άτομο επιθυμεί να μείνει μακριά από το σπίτι του ή/και την οικογένειά του. Όλα αυτά, μέχρι στιγμής, έχουν πραγματοποιηθεί, χωρίς καθόλου χρήματα. Αν και αυτό δεν μπορεί να είναι μια μόνιμη και οριστική λύση, δείχνει ότι η παροχή υπηρεσιών δεν απαιτεί απαραίτητα τεράστια χρηματικά ποσά, εφόσον αξιοποιηθεί το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό.

Επίλογος

Είμαστε το πιο σημαντικό στοιχείο που θα επιτρέψει την αλλαγή και ήρθε η ώρα να το συνειδητοποιήσουμε. Είμαστε το κεφάλαιο. Είμαστε μέρος μιας γενιάς που είναι επαρκώς μορφωμένη ώστε να έχει γνώσεις, απόψεις, δεξιότητες και πολιτικό ήθος για να αντισταθεί. διατυπώνοντας προτάσεις ενάντια στην υποδούλωση και τον εξευτελισμό της ζωής μας. Είμαστε επίσης μέρος μιας γενιάς που ζούσε σε ευημερία και χωρίς φόβο να καθοδηγεί τη ζωή μας. Αυτά είναι σημαντικά πλεονεκτήματα που πρέπει να λάβουμε υπόψη και να τα αξιοποιήσουμε πλήρως.

Δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Δεν υπονοώ ότι το κράτος δεν πρέπει να προστατεύει και να προωθεί τις ψυχοκοινωνικές ανάγκες των πολιτών του με αποτελεσματικό τρόπο. Ούτε ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο σύστημα ψυχικής υγείας χωρίς την υποστήριξη του κράτους.

Ένα δημόσια χρηματοδοτούμενο σύστημα Υγείας είναι θεμελιώδους σημασίας και το υποστηρίζω πλήρως. Ο δημόσιος χαρακτήρας των Υπηρεσιών Υγείας πρέπει να είναι στόχος κάθε κοινωνίας. Στην ιδανική περίπτωση, το κράτος θα πρέπει να ανταποκριθεί σε αυτή την ανάγκη και να δημιουργήσει δημόσιες υπηρεσίες που να καλύπτουν τις ανάγκες των πολιτών του. Όσον αφορά ειδικότερα τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ σε καμία χώρα από όσο γνωρίζω. Το κράτος υποστηρίζει αποκλειστικά ιατρικές προσεγγίσεις, σε πλήρη συμμαχία με τις φαρμακευτικές εταιρείες (και δεν ήταν καν συνεπές με αυτό) – η μόνη εξαίρεση ίσως είναι ο Ανοιχτός Διάλογος στη Φινλανδία. Ένα κράτος που καθοδηγείται από τη φαρμακοβιομηχανία και τα βιοϊατρικά λόμπι δεν μπορεί να είναι σύμμαχος σε μια τόσο ριζική αλλαγή όσον αφορά την κατανόηση της Ψυχικής Υγείας, όπως αυτή που στοχεύει το κίνημα της Ανάκαμψης και οι άλλες εναλλακτικές λύσεις στον τομέα.

Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση κοινωνικού πολέμου

Αυτή την ιστορική στιγμή, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και αναμφίβολα στην Ελλάδα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση κοινωνικού πολέμου. Δεν πρέπει να αφήσουμε το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό μας να εξασθενίσει λόγω παθητικότητας ή απλώς να περιμένουμε τις κρατικές επιχορηγήσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εάν αυτές οι επιχορηγήσεις και οι πηγές χρηματοδότησης επανέλθουν ποτέ, θα περιοριστούν στο παλιό γνωστό βιοϊατρικό μοντέλο. Πρέπει να λάβουμε όλα τα απαραίτητα βήματα, να συνειδητοποιήσουμε όλα αυτά τα πράγματα που θεωρούμε θεμελιώδη, ώστε η κοινωνία να επιτύχει αρκετά καλά πρότυπα ψυχικής και σωματικής υγείας, που θα επιτρέψουν στα μέλη της να ανακατασκευάσουν έναν κόσμο που καταρρέει. Δεν πρέπει να αφήσουμε τον ψυχικό πόνο να αντιμετωπιστεί ξανά με ψυχιατρικά φάρμακα, άσυλα και μηχανικούς περιορισμούς.

Πρέπει να συγκεντρώσουμε τις δυνάμεις μας ως κοινωνία και να πραγματοποιήσουμε τα οράματά μας. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση των καιρών μας, σε μια ιστορική στιγμή που τα έθνη για άλλη μια φορά ταπεινώνονται. Όπως είπα νωρίτερα, είμαστε το πιο σημαντικό στοιχείο που θα καταστήσει δυνατή την αλλαγή, αφού έχουμε τη γνώση και είναι πιο εύκολο από πριν να ενώσουμε. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε οποιαδήποτε οικονομική υποστήριξη μέσω δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, καθιστώντας ταυτόχρονα σαφές ότι δεν θα τους αφήσουμε να επηρεάσουν τη φιλοσοφία των πράξεών μας. Η ελευθερία δεν βρήκε ποτέ πρόσφορο έδαφος στην οικονομική εξάρτηση. Πάντα προέκυπτε από την ανάγκη των ανθρώπων να προστατεύσουν την αξιοπρέπειά τους. Τουλάχιστον αυτό συμβαίνει στη χώρα μου.

Λυπάμαι που η ομιλία μου δεν θα μπορούσε να είναι λιγότερο πολιτική, αλλά η οξεία κοινωνική κατάσταση στη χώρα μου δεν μου επιτρέπει μια τέτοια πολυτέλεια. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.

Anna Emmanouilidou (Cork, Ireland, 2011)

Πρωτότυπο κείμενο

All of us, who experienced during the ’80s the beginning and the expansion of the so called psychiatric reform in Greece, perhaps remember the perplexity and the ambivalence with which we talked about it at that time. It was a great financial opportunity, but in a land which was socially totally unprepared to grasp this chance and transform it to a viable psychosocial practice. Even the mental health professionals could not exactly understand what they had to do. The society was trapped in the traditional ideas regarding the dangerousness of the so called mentally ill, the biological basis and the incurability of mental “illness”. On the one hand, the professionals tried under pressureto organise some new psychosocial structures by imitating what they had seen during their trips in Europe. The society on the other hand, refused to accept the residential rehabilitation  services for chronically mental ill people and those people in the community. Even the chronically institutionalised psychiatric patients refused to get rehabilitated in this quick and unfamiliar pace, which was imposed by the European Committee. In many cases they were forced to move in rehabilitation centres before they were ready to do so. Some of them died a few days after their transport to the new units. A tragic and grotesque situation in the name of a humanitarian progress.

We used to say then, that the reform is not progressing and meets many obstacles in the society, because – instead of coming out as a real social request – it was imposed from above as a European directive which had to be obediently followed. The European community found out that our land was retrograde and it threatened with interventions from outside, if something did not happened inside. Later on, Europe threatened with withdrawing the money, if the funds were not absorbed quickly enough. Europe threatened in general, but it remained of course always politically correct, because its requests were nevertheless in line with the human rights and the modern trends in the progressive psychiatry of that time. The only things that were not considered were the pace of progress and the needs of the society itself.

Thus, in a historically very short time, the Greek mental health sector changed dramatically. Many new psychosocial structures were created: residential settings for chronic psychiatric patients, day centres, mental health outpatient clinics, psychiatric units in general hospitals, rehabilitation centres, mental health centres, and so on. The psychiatric hospitals were closed down or shrunk. Many changes took place. All these changes were very welcome. And they took place very quickly, surrounded by anxiety and insecurity; without a solid social basis underneath.

I belong to the generation of this reform, to the young professionals who discovered at that time, their professional identity and a kind of social vision and aspiration in the ideas of deinstitutionalization and social inclusion of the mental ill –victims of social racism. This is a generation, which moved without realizing it from a cruel and oppressive institutional way of thinking, to a humanitarian and oppressive (privileged) way of thinking.

 

A few years later we stood before a new impasse. The critical voices among us recognized under the so called reform the old system in disguise. Now we had better buildings, fewer people in a room, better intentioned and more interested psychiatric staff. Nevertheless, the institutionalized people were further institutionalized. After the first phase of training in the basic social skills, they were still –just like in the hospital–    obliged to swallow kilograms of neuroleptics and other psychiatric drugs, they had to accept an absolute control over their lives, they had to be monitored and criticized in their own apartments, in their thought, in their decisions, in their development. They were controlled in every step of their life and very often deprecated, because they were not »accessible» in the way that the professionals would like them to be. The ideas of the incurability of mental illness, of the necessity of psychiatric medication and of the inability of these people to make decisions for their own lives were not disputed at all. As long as they were obedient to the expectations of the professionals, they were a good example of a well-functioning mental health system and the European funding was appropriately utilized. If that was not the case, they disorganized the whole system with their stubborn disobedience. The professionals were burnt out, Europe wanted its money back, the society reacted in a strangely inconsistent way.

“The undone reform”, so we called this hectic and stressful project, that was to be extended but something made it so difficult.

As time went by, the critical voices became more and louder and said that things didn’t go right and the people went on living in institutionalized circumstances with a humanitarian mask. But there was no answer. Everybody went on believing that these people were a priori unable to cope with their lives on their own. Therefore, they were doomed to be ‘’dragged’’ by irritated professionals. The only thing we didn’t talk about was their real emancipation from the mental health system and their self definition. A very expensive system had been built based on the vulnerability theory and the pharmaceutical industry, which offered a life without big changes, a life of unhappiness for the service users and a dead end for the professionals, who had lost their aspiration and vision.

At this historical moment the Greek Observatory for human rights in mental health field began its meetings in 2003. We tried to articulate in a consistent way a critical attitude towards alternatives. A mere negation of the system as well as of the reform was not enough for us. We wanted to share with the society a new vision. Since 2003 professionals in mental health, lawyers, students, journalists, users and survivors of psychiatry, their relatives, citizens, we share in Thessaloniki concepts which in the beginning seemed utopian but today are discussed normally among many people. We talk about an alternative understanding of psychosis, about crises without psychotropic drugs and without psychiatry, about independence from psychiatric drugs, we talk about self help, alternatives to psychiatry, a movement to psychiatric will, about participation of users and survivors in the decision making centers, we talk about networks of cooperation and solidarity, about the role of the pharmaceutical industry, about support practices during crises at home…

And then came the financial crisis.

The masks fell in one night. Residential units began to shut down without prior notification, without negotiations, exactly as they were founded. Some residents have already gone back to psychiatric hospitals; some others are waiting for this to happen. In some cases, the residents pay on their own with their rents the expenses of the buildings, their home. Drug rehabilitation programs are currently being funded with 50% less money than before. The undone reform reveals now its absent foundation. And the society which was initially against the reform, stands up surprised in front a criminal state without understanding how all these attacks are possible.  There are homeless people everywhere, literally and symbolically. The abandoned residents of the rehabilitation units, next to the unemployed and disbanded citizens, who are losing their jobs in order to pay the international banks, as well as political and scientifically homeless professionals in mental health field, who look for a new vision in order to protect their existence.

At the moment in the mental health sector, as well as in Greek society as a whole, a system collapses dramatically; a system which we rejected many years ago and we wished that it collapses. We must remember this detail. There is a serious danger that we as a society, due to fear and financial insecurity at the present time, will start demanding the maintenance of structures which violate human rights and which are beyond any concept of help and support in mental health care. We intend to avoid this danger.  The truth is that what collapses now is exactly what we wanted to destroy ourselves. The psychiatric system collapses and at the same time the financial logic behind collapses too. It is the financial logic of a state, which feeds psychiatric monsters with the money of the pharmaceutical industry.

The political answer to the shutting down of the mental health units cannot be to request that they shall open again: biologically orientated acute units, aiming at a symptomatic ‘’cure’’, with mechanical restraints, neuroleptics, absence of psychotherapy and any other therapeutic approach, without any support to the families, oppressive interventions to the emotionally distressed. Residential units similar to small asylums without any perspective for the people to participate in their own lives, people filled with chemicals and the despairing idea of an everlasting illness – no, that is not what we want, even if it brings work positions and financial security for the staff of these units.

We need support to develop new systems, which give an effective and not a criminal answer to the psychic pain or any unusual experiences. It’s good that the system collapses. The problem is that what’s coming back is the old psychiatric model, where the extreme medicalization is only route. We must intervene. This time without money.

We are standing in front of a violent psychiatry or an absence of a welfare state, without money. Just like 30 years ago. There are no money and the psychosocial needs are greater due to the despair of the generalized unemployment, due to the shock of the political betrayal from the inside, due to the fear to stay alone without the funding system of the last decades. Like 30 Years ago. What is different is us. We are different from the people 30 years ago. And the society too, because it has learnt 30 years long to live with the so called mental ill people in the community.

We know what we want. And we must practice it now, because there is no other perspective. We have to work for structures meeting the real needs of the people, without state control. We only need a small peripheral financial support from the state. We don’t want more. Because if the state doesn’t give more it cannot ask for more, cannot oblige people to take psychiatric drugs, to give up their dignity, to abandon the right of making decisions for their own lives.

Today we have the chance to experience a kind of freedom from the psychiatric control and the violent repression of human emotions and thoughts, because due to the crisis, the people can remain out of the psychiatric system. The crisis creates an empty space, and this can filled with new practices.  This demands to get out from a culture of dependency on external funds and directives and to get in another freedom culture of creativity, self responsibility and work for a society which passes to us and to the future of our children. This is not easy but it gives perspective, hope and a feeling of dignity.

What this means in mental health field: there are three dimensions. Support networks in the community, which 1). prevent crisis and its escalation 2). ‘’hold’’ the person in crisis until it has been deescalated, without violence and psychiatric drugs 3)offer support after the crisis, so that the person can regain control over their lives.

  • An expanded network of self help groups in every city: The support of self help groups and self help initiatives seems to be the only answer to the ailing state. In particular now that it canno longer offer it’s  insidious reassurance and calls for a return to the old psychiatric hospitals or threatens with homelessness.
  • Teams that will be able to intervene during crises. These mobile crisis intervention teams, will be present during the crisis and support the system within which the crisis develops in those ways that are necessary for the system. (e.g. Open Dialogue Approach [Seikkula], Soteria model or the Berlin Runaway House). Whenever possible, these teams should consist of both experts by experience and mental health professionals with a critical perspective and intervene–when contacted—either at the »patient’s» home (Open Dialogue) or somewhere else; where the person would be able to calm down without the presence of his family (Runaway houses, Soteria houses etc.). Wherever the aforementioned self help groups can provide such support, have the required experience and are willing to do so, they could also be part of this crisis intervention scheme.
  • Joint teams of social support with regards to issues of poverty, healthcare provision and education.

In Thessaloniki, 2 social medical centres have recently been established in order to cover the need of the increasing numbers of the uninsured. A similar initiative is taking place in Athens. These self-sustained centres rely solely on donations from citizens, doctors and pharmacists (i.e. medications, medical equipment and consumables). They are located in a space provided by another social initiative and they are operated by medical professionals who work on a voluntary basis for a few hours a week following appointments.

In the context of other social initiatives, free classes are offered to children from low income families of both refugees.  Support is offered with regards to their homework, as well as learning foreign languages, music, dance etc.).

In Thessaloniki (a city  of 1 million people) function at the Moment about 9 occupation or rented places with these characteristics.

For almost five years, a significant citizens’ movement has been renting large buildings within which a wide range of initiatives regarding mental health have found a vital space. (The Observatory, The hearing voices network of Thessaloniki, the assembly for people that work in mental health, a support group for people that want to come off psychiatric drugs and other self-help groups which are currently being formed).

Other initiatives and groups are focused on environmental issues, the wildlife, biological agriculture, culture, clothing exchange, photography, cinema, theatre, library, a café/bar, a playground etc.). Most importantly, all the above are completely self-sustained and are kept active by the very people that are actively involved in these initiatives.

These spaces, which increase in number both in Thessaloniki and in Athens, are entirely funded through the incomings of their cafés, where a coffee or drink cost one Euro. It’s worth mentioning that the average maintenance cost of such buildings is 5,000 Euros. Thus, one realises that the number of citizens actively involved in such initiatives, is indeed impressing.

The observatory offers free support for people that want to come off psychiatric drugs and intervention during crises at peoples’ homes (through shifts on a rota basis). Moreover, it facilitates and/or organises support networks comprising of the person’s personal support systems. At the same time it is planning the foundation of a Runaway House, in order to provide refuge in case the person wishes to remain away from his home and/or his family. All these have, so far, been realised, with no money at all. Although this can’t be a permanent and final solution, it shows that the provision of services does not necessarily require huge sums of money; provided that the existing human resources are being utilised.

We are the most important element that will enable change and it’s time for us to realise it. We are the capital. We are part of a generation that is sufficiently educated in order to have knowledge, views, the skills and the political ethos in order to resist; putting forward suggestions against the enslavement and the abasement of our lives. We are also part of a generation that had been living in prosperity and without fear guiding our lives. These are important advantages that we should take into account and make full use of.

I don’t want to be misunderstood. I do not imply that the state shouldn’t protect and promote its’ citizens psychosocial needs in an effective way. Neither that an independent mental health system without the state’s support should be established.

A publicly funded Healthcare system is of fundamental importance and I am fully supportive of it. The public character of Health Services should be the aim of every society. Ideally, the State should respond to this need and establish public services which meet its’ citizens needs. As regards Mental Health Services in particular, this has never happened in any country as far as I am aware. The State  supports solely medical approaches, in full alliance with the pharmaceutical companies (and has not even been consistent with this)–the only exception to this perhaps being the Open Dialogue in Finland. A state which is driven by the pharmaceutical industry and the biomedical lobbies cannot be an ally in such a radical shift regarding the understanding of Mental Health, such as the one that the Recovery movement and the other alternatives in the field, are aiming at.

At this historical moment, both at a European level and undoubtedly in Greece we are in a social war situation. We shouldn’t let our valuable human resources wane due to passivity or simply wait for the State’s grants. There is no doubt that if these grants and sources of funding ever come back, will still be restricted to the old well-known biomedical model. We ought to take all the necessary steps, to realise all these things that we consider fundamental, so that society can achieve  good enough standards of mental and physical health, that will enable its’ members to reconstruct a world that is falling apart. We shouldn’t let psychic pain be managed once again with psychiatric drugs, asylums and mechanical restraints.

We should gather our strength as a society and realise our visions; that’s the greatest challenge of our times, in a historical moment when nations are once again humiliated. As I said earlier, we are the most important element that will render change possible, since we have the knowledge and it’s easier than it was before to unite. We ought to utilise any financial support through both public and private funding, making it clear at the same time that we won’t let them have any influence regarding our philosophy of our actions. Freedom has never found a fertile ground in economic dependence. It always emerged from peoples’ need to protect their dignity. At least that’s the case in my country.

I am sorry that my speech could not be less political, but the acute social situation in my country does not allow me such a luxury. Thank you very much for your attention.

Anna Emmanouilidou (Cork, Ireland, 2011)